Με τον όρο υδρολίπανση αναφερόμαστε στην εφαρμογή θρεπτικών στοιχείων σε μια καλλιέργεια μέσω του δικτύου άρδευσης. Στην υδρολίπανση χρησιμοποιούνται υδατοδιαλυτά λιπάσματα για την παρασκευή θρεπτικών διαλυμάτων σε νερό, που διοχετεύονται με πίεση στο δίκτυο της άρδευσης και χορηγούνται στις καλλιέργειες.
Τα υπό πίεση αρδευτικά συστήματα περιλαμβάνουν ένα δομημένο δίκτυο αγωγών μεταφοράς και τροφοδοσίας του νερού. Η τελική διανομή του νερού στις καλλιέργειες γίνεται μέσα από εκτοξευτές (στατικούς ή κινούμενους) που το διασπείρουν με καταιονισμό, είτε μέσα από σταλακτήρες που το διασπείρουν σε μορφή σταγόνας. Η επιλογή και ο σχεδιασμός του κάθε συστήματος θα πρέπει να λαμβάνει υπόψιν το είδος και τη διάταξη της καλλιέργειας, την πίεση και τη ροή του νερού, τα χαρακτηριστικά του εδάφους, το μικροκλίμα της περιοχής και βέβαια τις διαθέσιμες υποδομές του παραγωγού.
Στα υπό πίεση αρδευτικά συστήματα, η μονάδα της υδρολίπανσης είναι τοποθετημένη στην κεφαλή του κυρίου αγωγού. Περιλαμβάνει ειδικό εξοπλισμό με αντλίες, βάνες, βαλβίδες, φίλτρα, μανόμετρα, δεξαμενές και άλλα εξαρτήματα.
Για να αξιοποιήσουμε στο μέγιστο την πρακτική της υδρολίπανσης, καλό είναι τα αρδευτικά συστήματα να καταλήγουν σε συγκεκριμένα εξαρτήματα διασποράς του νερού, όπως οι μικροεκτοξευτές, οι στατικοί εκτοξευτές, οι περιστροφικοί εκτοξευτές, οι περιστρεφόμενοι κρουστικοί εκτοξευτές και οι σταλακτήρες. Τα εξαρτήματα αυτά διασπείρουν με μεγαλύτερη ακρίβεια τα θρεπτικά διαλύματα στην περιοχή του ριζικού συστήματος των φυτών, κάνοντας τη λίπανση πιο αποδοτική συγκριτικά με εκείνα της ελεύθερης ροής ή καταιονισμού με αυτοκινούμενους αρδευτές (ράμπες, κανόνια).
Η υδρολίπανση παρουσιάζει σημαντικά πλεονεκτήματα έναντι των εδαφικών λιπάνσεων, όταν υπάρχουν οι κατάλληλες υποδομές για να εφαρμοστεί:
Για τον σχεδιασμό ενός πλάνου υδρολίπανσης σε μια καλλιέργεια είναι σημαντικό να ακολουθούνται κατά σειρά τα επόμενα βήματα:
Βήμα 1o: Υπολογίζουμε τις υδατικές απαιτήσεις της καλλιέργειας λαμβάνοντας υπόψιν τις αναμενόμενες αποδόσεις παραγωγής. Είναι προφανές ότι το νερό είναι στοιχείο ζωτικής σημασίας για τα φυτά προκειμένου να καλύψουν τις ανάγκες τους.
Ένα καλλιεργούμενο χωράφι θα πρέπει να το προσεγγίζουμε ως ένα δυναμικό σύστημα εισροών και εκροών του νερού, που το ισοζύγιό του καθορίζει ανά πάσα στιγμή τη λειτουργία και την ανάπτυξη των καλλιεργειών.
Όταν το νερό που εισρέει σε ένα καλλιεργούμενο χωράφι (ωφέλιμη βροχή + υγρασία ριζόσφαιρας + υγρασία εδάφους που ανεβαίνει από τα βαθύτερα στρώματα) είναι ποσοτικά ίσο με αυτό που χάνεται λόγω της Εξατμισοδιαπνοής, το υδατικό ισοζύγιο διατηρείται σταθερό και η καλλιέργεια διαθέτει τη δεδομένη στιγμή όλο το απαραίτητο νερό για να εξυπηρετήσει τις ανάγκες της. Όταν όμως η Εξατμισοδιαπνοή είναι μεγαλύτερη από τις εισροές του νερού, τότε η καλλιέργεια χρειάζεται επιπλέον νερό για να εξυπηρετήσει τις ανάγκες της και θα πρέπει να χορηγείται με πότισμα.
Βήμα 2ο: Γνωρίζουμε τις θρεπτικές απαιτήσεις της καλλιέργειας.
Υπάρχουν αρκετές δημοσιευμένες αναφορές που συνδέουν τις θρεπτικές απαιτήσεις των καλλιεργειών με τις αναμενόμενες αποδόσεις τους. Θα πρέπει κάθε φορά να συνεκτιμάται και ο γενότυπος της καλλιέργειας (ποικιλίες, υβρίδια, κλώνοι, υποκείμενα), όπως και η πυκνότητα της φύτευσης.
Κατά την πορεία μιας καλλιέργειας στα διάφορα στάδια του βιολογικού της κύκλου, τόσο οι αναλογίες όσο και το είδος των θρεπτικών στοιχείων διαφοροποιούνται, γι’ αυτό δεν αρκεί να σταθούμε μόνο στις συνολικές απαιτήσεις των καλλιεργειών σε θρεπτικά στοιχεία, αλλά και στην χρονική κατανομή τους. Ειδικές θρεπτικές επεμβάσεις θα πρέπει να ληφθούν υπόψιν όταν επιθυμούμε να επηρεάσουμε τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της παραγωγής.
Βήμα 3ο: Προσδιορίζουμε τα επίπεδα των θρεπτικών στοιχείων στο έδαφος και στα φυτά.
Οι εργαστηριακές αναλύσεις αποτελούν χρήσιμα εργαλεία για τον ποσοτικό προσδιορισμό των θρεπτικών στοιχείων στο έδαφος και στους φυτικούς ιστούς.
Με τη βοήθεια των εδαφολογικών αναλύσεων προσδιορίζουμε τις φυσικές, χημικές και βιολογικές ιδιότητες των καλλιεργούμενων εδαφών. Γνωρίζοντας τις ιδιότητες του κάθε χωραφιού μπορούμε να διαχειριστούμε καλύτερα τους παράγοντες που επηρεάζουν την απόδοση της καλλιέργειας, ανάμεσα σε αυτούς και την θρέψη.
Με την ανάλυση φυτικών ιστών προσδιορίζουμε την θρεπτική κατάσταση των φυτών τη δεδομένη περίοδο που πραγματοποιείται η δειγματοληψία. Μέσω των αναλύσεων αυτών προσδιορίζουμε με ακρίβεια τα επίπεδα των θρεπτικών στοιχείων στα φυτά και εκτιμούμε την επίδραση στις λειτουργίες τους. Οι αναλύσεις αποτελούν ένα χρήσιμο εργαλείο για την ανίχνευση κρυφών ή εκδηλωμένων ελλείψεων θρεπτικών στοιχείων ή και υπερεπάρκειας στα φυτά που μπορεί να περιορίζουν τη δυναμική της απόδοσης της καλλιέργειας.
Ενώ η ανάλυση εδάφους προσδιορίζει τα επίπεδα των θρεπτικών στοιχείων στο έδαφος, η ανάλυση φυτικών ιστών πιστοποιεί εάν αυτά απορροφούνται με επιτυχία από την καλλιέργεια. Οι αναλύσεις εδάφους και φύλλων καλό είναι να γίνονται συμπληρωματικά, ώστε να διαμορφωθεί μια ολοκληρωμένη λιπαντική τακτική για την καλλιέργεια.
Βήμα 4ο: Υπολογίζουμε τις χορηγούμενες ποσότητες θρεπτικών στοιχείων σε κάθε στάδιο ανάπτυξης της καλλιέργειας.
Οι ποσότητες των θρεπτικών στοιχείων που θα χορηγήσουμε στην καλλιέργεια προκύπτουν από τη συνεκτίμηση των βημάτων 2 και 3 και ουσιαστικά από τη διαφορά των συνολικών θρεπτικών απαιτήσεων της καλλιέργειας με τα διαθέσιμα θρεπτικά στοιχεία του εδάφους (Βήμα 2) – (Βήμα 3). Η παροχή των θρεπτικών στοιχείων θα πρέπει να είναι ολοκληρωμένη και ισορροπημένη, χωρίς ελλείψεις που περιορίζουν την ομαλή ανάπτυξη των καλλιεργειών αλλά και χωρίς υπερβολές που οδηγούν σε ποιοτικές αλλοιώσεις της παραγωγής.
Ο υπολογισμός αυτός καλό είναι να γίνεται με τη βοήθεια ενός εξειδικευμένου γεωπόνου που θα συνεκτιμάει όλες τις συνθήκες που προσδιορίζονται σε μια εργαστηριακή ανάλυση.
Βήμα 5ο: Μετατρέπουμε τις θρεπτικές μονάδες σε λιπασματικές μονάδες και επιλέγουμε τον κατάλληλο τύπο του λιπάσματος που θα χρησιμοποιήσουμε.
Αρχικά, θα πρέπει να δίνουμε ιδιαίτερη προσοχή στον τρόπο που δηλώνονται τα θρεπτικά στοιχεία στις συσκευασίες των λιπασμάτων. Τα στοιχεία μπορεί να είναι δηλωμένα σε στοιχειακές μορφές (N,P,K,S,Mg,Ca), σε μορφές οξειδίων (ΝΟ3,CaO,MgO,SO3) ή και στις 2 μορφές. Έπειτα κάνουμε τις απαραίτητες μετατροπές από τη μια μορφή στην άλλη, συμβουλευόμενοι τον παρακάτω πίνακα.
Θρεπτικά στοιχεία (οξείδια) |
Διαιρώ με |
Θρεπτικά στοιχεία |
Πολλαπλασιάζω με |
Θρεπτικά στοιχεία (οξείδια) |
ΝΟ3 |
0,226 |
Άζωτο (Ν) |
4,426 |
ΝΟ3 |
NH4 |
0,776 |
Άζωτο (Ν) |
1,288 |
NH4 |
P2O5 |
0,436 |
Φώσφορος (P) |
2,292 |
P2O5 |
Κ2Ο |
0,829 |
Κάλιο (Κ) |
1,205 |
Κ2Ο |
SO3 |
0,4 |
Θείο (S) |
2,5 |
SO3 |
MgO |
0,603 |
Μαγνήσιο (Mg) |
1,658 |
MgO |
CaO |
0,715 |
Ασβέστιο (Ca) |
1.399 |
CaO |
Βήμα 6ο: Ενημερωνόμαστε για τις ιδιότητες των λιπασμάτων που θα χρησιμοποιήσουμε και τη συμπεριφορά τους μετά την εφαρμογή τους.
Η τεχνολογία ενός λιπάσματος, όπως και τα φυσικοχημικά του χαρακτηριστικά είναι σημαντικοί παράγοντες που επηρεάζουν το αποτέλεσμα της υδρολίπανσης, γι’ αυτό και θα πρέπει να δίνεται από τους παραγωγούς ιδιαίτερη σημασία στην ποιότητα των λιπασμάτων. Η ποιότητα των πρώτων υλών, η ομοιογένεια και η απουσία σκόνης, η καλή ροή του στη δεξαμενή λιπάσματος, η χαμηλή αγωγιμότητα και περιεκτικότητα σε χλώριο και νάτριο και το pH του σε διάλυμα 1%, είναι παράγοντες που θα πρέπει να ελέγχονται κατά την επιλογή του λιπάσματος.
Βήμα 7ο: Προετοιμάζουμε το θρεπτικό διάλυμα
Υπάρχουν κάποιοι βασικοί κανόνες που θα πρέπει να ακολουθούνται κατά την προετοιμασία ενός θρεπτικού διαλύματος υδρολίπανσης.
Βήμα 8ο: Έναρξη υδρολίπανσης.
H υδρολίπανση θα πρέπει να γίνεται σε υγρό έδαφος και να ξεκινάει χρονικά στο 1/2 - 2/3 περίπου του χρόνου ενός ποτίσματος. Για τον χρόνο αυτό θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψιν η κινητικότητα του κάθε στοιχείου που εφαρμόζουμε στο έδαφος, καθώς και ο τύπος του εδάφους (ελαφρύ, βαρύ, μέσης σύστασης). Στόχος μας είναι να παρέχουμε τα θρεπτικά στοιχεία στην περιοχή της ριζόσφαιρας χωρίς να εκπλύνονται κάτω από αυτήν.
Βήμα 9ο: Έλεγχος υδρολίπανσης.
Κατά τη διάρκεια της υδρολίπανσης ελέγχουμε τακτικά την εξέλιξη της εφαρμογής και παρεμβαίνουμε όταν αυτό κρίνεται αναγκαίο.
Βήμα 10ο: Τέλος υδρολίπανσης.
Μετά το τέλος της υδρολίπανσης συνεχίζουμε το πότισμα με καθαρό νερό, ώστε τα λάστιχα να καθαρίσουν εντελώς από τα υπολείμματα του λιπάσματος.
Χρήσιμες πληροφορίες για την προετοιμασία διαλύματος υδρολίπανσης
Η Yara διαθέτει 2 μεγάλες προϊοντικές σειρές υδατοδιαλυτών λιπασμάτων με ξεχωριστές ιδιότητες που ικανοποιούν τόσο τις διαφορετικές πρακτικές υδρολίπανσης όσο και τις διαφορετικές υποδομές υδρολίπανσης του κάθε παραγωγού.
Η σειρά YaraTera περιλαμβάνει μια μεγάλη γκάμα πλήρως υδατοδιαλυτών λιπασμάτων για υδρολίπανση. Η σειρά YaraTera περιλαμβάνει σύνθετα NPK λιπάσματα εμπλουτισμένα με ιχνοστοιχεία, απλά υδατοδιαλυτά λιπάσματα και χηλικές ενώσεις. Τα λιπάσματα YaraTera παρασκευάζονται από ανώτερης ποιότητα πρώτες ύλες και είναι κατάλληλα για όλες τις καλλιέργειες, όλους τους τύπους εδαφών αλλά και υδροπονικά συστήματα.
Τα YaraRega™ είναι η νέα παγκόσμια σειρά σύνθετων NPK υδατοδιαλυτών κοκκωδών λιπασμάτων, με ιχνοστοιχεία, σχεδιασμένα για διπλή εφαρμογή, είτε μέσω των συστημάτων υδρολίπανσης, είτε για εφαρμογές εδάφους. Αποτελεί μια ανταγωνιστική εναλλακτική πρόταση σε σχέση με τον παραδοσιακό τρόπο λίπανσης των υπαίθριων καλλιεργειών. Η σειρά YaraRega™ παράγεται από πρώτες ύλες υψηλής ποιότητας. Τα YaraRega™ δεν επιβαρύνουν το σύστημα άρδευσης, καθώς δεν περιέχουν κηρώδεις ουσίες ή άλλες ουσίες που θα μπορούσαν να δημιουργήσουν στενώσεις ή αποφράξεις στους σταλάκτες και τα μπεκάκια (drippers, sprinklers). Έτσι, επιτυγχάνεται μακρόχρονια η καλή λειτουργία του αρδευτικού συστήματος, χωρίς προβλήματα από την χρήση των YaraRega™.
Τα προϊόντα YaraTera και YaraRega υποστηρίζονται σε παγκόσμιο επίπεδο από ένα σύνολο εφαρμογών και υπηρεσιών που βοηθούν τους αγρότες να βελτιστοποιούν τις υδρολιπάνσεις τους και σύντομα θα είναι διαθέσιμα στην Ελλάδα. Οι ολοκληρωμένες λύσεις της Yara μεγιστοποιούν την παραγωγικότητα των καλλιεργειών.
Επιλέξτε το λίπασμα που σας ενδιαφέρει για υδρολίπανση από τα παρακάτω
Kατεβάστε τον οδηγό λίπανσης της Yara για 21 καλλιέργειες που συναντάμε στην Ελλάδα!